αγοροπωλησία

αγοροπωλησία
η
η αγοραπωλησία*.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το ο αντί τού α στη συλλαβή -ρο-, γιατί, κατά τον Γ. Χατζιδάκι, το ο θεωρείται ως «το κατ' εξοχήν συνδετικόν φωνήεν» στη σύνθεση].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αγοραπωλησία — Η πράξη της αγοράς και της πώλησης. Υπάρχουν πολλών ειδών α., αλλά οι πιο αντιπροσωπευτικές του όρου είναι εκείνες που γίνονται στα χρηματιστήρια. Οι κυριότερες είναι: η α. με προθεσμία, η α. επί δώρω, η α. τοις μετρητοίς και η α. σταθερά. Η… …   Dictionary of Greek

  • αγοραπωλησία — αγοραπωλησία, η και αγοροπωλησία, η η αγορά και το πούλημα εμπορευμάτων, αξιών ή ακινήτων: Οι αγοραπωλησίες ακινήτων γίνονται πάντα με συμβολαιογράφο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”